Τύνιδα

Τύνιδα
(Tunis). Πόλη (596.654 κάτ.), πρωτεύουσα της Τυνησίας και του ομώνυμου κυβερνείου (346 τ. χλμ.). Βρίσκεται σε ωραία τοποθεσία, σε έναν βραχώδη ισθμό που χωρίζει τη Σεμπχέτ ες-Σετζούμι, μια εκτεταμένη λεκάνη με αλμυρό νερό, στα ΝΔ, από τη λεγόμενη λίμνη της Τύνιδας (Ελ-Μπαχίρα), ευρεία υδάτινη έκταση, που χωρίζεται σχεδόν τελείως από τη θάλασσα. Το λιμάνι της πρωτεύουσας συνδέεται με τη Λα Γκουλέτ, που βρίσκεται στην αμμώδη ζώνη μεταξύ Ελ-Μπαχίρα και κόλπου της Τύνιδας και αποτελεί το επίνειό της μέσω μιας πλωτής διώρυγας μήκους 10 χλμ., βάθους πάνω από 6 μ. και πλάτους 60 μ. Φοινικικής προέλευσης, η πόλη είναι πιθανότατα αρχαιότερη από την Καρχηδόνα, αλλά η σημασία της επισκιαζόταν για πολύ από την ισχυρή της γείτονα και ύστερα από την πόλη Καϊρουάν. Η γεωγραφική της θέση, στο εσωτερικότερο τμήμα του κόλπου, που πήρε το όνομά του από την πόλη, και κοντά στον μεγαλύτερο λαιμό της Μεσογείου, συνετέλεσε στο vα αναδειχθεί ως το σημαντικότερο λιμενικό και εμπορικό κέντρο της περιοχής, έτσι που τον 13o αι. έγινε πρωτεύουσα της χώρας. Το 1575 περιήλθε στην κυριαρχία των Τούρκων και υπήρξε για μεγάλο διάστημα άντρο των πειρατών που λεηλατούσαν μεγάλο μέρος της Μεσογείου. Το 1881 έγινε πρωτεύουσα του γαλλικού προτεκτοράτου και, με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας το 1956, πρωτεύουσα της Τυνησίας. Η πόλη αποτελείται από δύο τελείως ξεχωριστά τμήματα: στα Δ εκτείνονται οι παλαιές και γραφικές αραβικές συνοικίες με τα στενά και απότομα σοκάκια που αποτελούν τη μεδίνα (αραβική πόλη) της Τ.· στα Α, κατά μήκος της λίμνης Τύνιδας, βρίσκονται οι σύγχρονες συνοικίες, τυπικές των αποικιακών πόλεων. Η βιομηχανία (χημικών προϊόντων και ειδών διατροφής) είναι συγκεντρωμένη στις νότιες και νοτιοανατολικές συνοικίες της Μεγκρίν και της Τζέμπελ-Τζελούντ. Το λιμάνι έχει ζωηρή διακίνηση με εξαγωγή αξιοσημείωτων ποσοτήτων χουρμάδων, ελαιόλαδου, σπάρτων, φωσφάτων και σιδηρομεταλλευμάτων. Ο τουρισμός, που τώρα πια βρίσκεται σε βιομηχανική φάση, αρχίζει να παίζει ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στο πλαίσιο της οικονομίας της πόλης. Άποψη της Τύνιδας, πρωτεύουσας της Τυνησίας. Στη φωτογραφία διακρίνεται μια από τις περιφερειακές συνοικίες της πόλης, που αποτελούν το πολεοδομικό συγκρότημα της «Μεγάλης Τύνιδας».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Τυνησία — I Τυνησία Κράτος της βόρειας Αφρικής. Βρέχεται στα βόρεια και στα ανατολικά από τη Mεσόγειο, και συνορεύει στα δυτικά με την Aλγερία και στα νότια με τη Λιβύη.Tο έδαφος της Tυνησίας περιλαμβάνει το τμήμα εκείνο της Σαχάρας που εκτείνεται στα… …   Dictionary of Greek

  • Κύριλλος — I Όνομα τριών αρχιεπισκόπων Κύπρου. 1. Κ. Α’ (; – 1854). Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (1849 54), διάδοχος του Ιωαννίκιου. Ήταν συνετός, αλλά άτολμος ιεράρχης, ίσως επειδή φοβόταν μήπως επαναληφθούν στην Κύπρο οι σφαγές του 1821. Στα χρόνια του αυξήθηκε η …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Πρίαπος — I Ελληνική θεότητα από τη Λάμψακο της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Διονύσου και της Αφροδίτης, και γι’ αυτό του αποδίδουν διονυσιακούς και αφροδισιακούς χαρακτήρες, δηλαδή ερωτικόοργιαστικούς· κατά τον ίδιο τρόπο… …   Dictionary of Greek

  • σειρήνες — Κατά την ελληνική μυθολογία θαλάσσιοι δαίμονες που ήταν μισές γυναίκες και μισά πουλιά. Αρχικά ήταν πνεύματα του θανάτου (όπως οι Κήρες και οι Ερινύες) που προσπαθούσαν να προσελκύσουν τους ζωντανούς μαγεύοντας τους. Το 12o βιβλίο της Οδύσσειας… …   Dictionary of Greek

  • τριπολίτιδα — Μια από τις 3 επαρχίες της Λιβύης (έκταση 353.000 τ. χλμ., περ. 1.000.000 κάτ.). Πρωτεύουσα της επαρχίας είναι η Τρίπολη. Η Τ. περιλαμβάνει κυρίως ένα ξηρό οροπέδιο, που δέχεται ελάχιστες βροχές. Στα Β βρέχεται από τη Μεσόγειο Θάλασσα, στα ΝΔ… …   Dictionary of Greek

  • αγριοκαλογεράκι — Κοινή ονομασία δύο φυτών. 1. Χλωρά η διάτρητος (chlora perfoliata), της οικογένειας των γεντιανιδών. Είναι μονοετής, λεία πόα, με φύλλα ακέραια. Ο βλαστός της είναι όρθιος, διακλαδισμένος στην κορυφή, ύψους 20 80 εκ. Τα άνθη της είναι… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάνδρειας, Πατριαρχείο — Ένα από τα αρχαιότερα πρεσβυγενή πατριαρχεία. Ο χριστιανισμός διαδόθηκε πολύ νωρίς στην Αίγυπτο και η ίδρυση της Εκκλησίας της Α. ανάγεται στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Πρώτος επίσκοπος Α., σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ο Ευαγγελιστής… …   Dictionary of Greek

  • Αραβικός Σύνδεσμος — (League of Arab States). Οργάνωση των αραβικών κρατών που ιδρύθηκε το 1945 για να εκφράσει την πολιτική και πνευματική ενότητα των Αράβων. Από την εποχή που οι Άραβες απαλλάχτηκαν από τον οθωμανικό ζυγό, κατεύθυναν την πολιτική τους για την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”